.

Από την Κούταλη και την Αφσιά του Μαρμαρά, το Ρεϊζντερε και το Κερμεγάλεσι της Ερυθραίας, την Ίμβρο και την Τένεδο... στη Νέα Κούταλη της Λήμνου





Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2013

ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ 2013 ΣΤΗ ΝΕΑ ΚΟΥΤΑΛΗ





Τον Σταυρό πιάνει ο Σταύρος Καραχάλιας 



Φωτογραφίες του Στρατή Λιαδέλλη
Υπέροχες... όπως κι αυτός!
Και του χρόνου παιδιά!

Τετάρτη 1 Σεπτεμβρίου 2010

Πέμπτη 15 Ιουλίου 2010

Τρίτη 13 Ιουλίου 2010


Το συγκρότημα "'Αγονη Γραμμή" ερμηνεύει τη "Σιωπή"...

Στίχοι: Παύλος Παυλίδης
Μουσική: Ξύλινα Σπαθιά

Ο Γιώργος Παυλίδης, του συγκροτήματος "Άγονη Γραμμή" τραγουδάει Γ.Αγγελάκα: "Σιγά μη κλάψω".

Στίχοι: Γ. Αγγελάκας
Μουσική: Γ. Αγγελάκας

Δευτέρα 29 Μαρτίου 2010

ΕΡΕΥΝΑ: ΣΤΑ ΙΧΝΗ ΤΟΥ ΚΟΥΤΑΛΙΑΝΟΥ - ΜΙΑ ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΑ ΣΕ ΠΑΛΙΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ, ΕΝΤΟΠΙΖΕΙ ΤΙΣ ΡΙΖΕΣ ΤΟΥ ΚΟΥΤΑΛΙΑΝΟΥ ΣΤΟ ΓΕΡΙ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Σίδερα μασάει ο Κουταλιανός

Οι σχέσεις του παλαιστή και αρσιβαρίστα με την Κύπρο

Mια τοιχογραφία του 19ου αιώνα, η οποία παρουσιάζει τον Παναγή Κουταλιανό, παρουσιάζει η Εταιρεία Κυπριακών Σπουδών, με την ευκαιρία της διοργάνωσης των Αγώνων Μικρών Κρατών Ευρώπης.

Η τοιχογραφία φέρει χρονολογία 1892 και την επιγραφή «ΠΑΝΑΗΣ ΚΟΤΑΛΙΑΝΟΣ». Αποκολλήθηκε μαζί με μια άλλη τοιχογραφία που απεικονίζει τον Αθανάσιο Διάκο, από τους τοίχους ενός καφενείου στο χωριό Γέρι, το οποίο επρόκειτο να κατεδαφιστεί.

Το καφενείο ανήκε στον Χρήστο Χατζήμιχαηλ (†1965), ο οποίος θυμόταν ότι τις τοιχογραφίες ζωγράφισε Τουρκοκύπριος καραγκιοζοπαίχτης, τον οποίο φιλοξενούσε ο πατέρας του στο καφενείο. Παρόμοιες τοιχογραφίες διατηρούνται και στο “Καζίνο” της Κρήτου Τέρρα στην Πάφο. Απεικονίσεις του Κουταλιανού υπάρχουν σε όλη την Ελλάδα. Πιο γνωστές είναι οι αυτές του γνωστού ζωγράφου Θεόφιλου Χατζημιχαήλ (1868-1934).

Ο Παναγής Κουταλιανός (1847-1916) ήταν φημισμένος παλαιστής και αρσιβαρίστας κατά τη δεκαετία 1882-92. Γεννήθηκε στην Κούταλη της Προποντίδας. Ήταν ναυτικός και ανακάλυψε την υπερφυσική του δύναμη σε ένα ταξίδι του στις ΗΠΑ, όπου συμμετείχε σε πολλούς αγώνες και νίκησε μεγάλους παλαιστές της εποχής. Στους αγώνες φορούσε το δέρμα μιας τίγρης, την οποία είχε στραγγαλίσει σε έναν από τους αγώνες του. Αυτό το στοιχείο διακρίνεται και στην τοιχογραφία μας. Έκανε επιδείξεις της δύναμής του λυγίζοντας σίδερα, σπάζοντας αλυσίδες και βράχια σε όλο τον κόσμο.

Ένα από τα κατορθώματά του ήταν να κουβαλά τρία κανόνια, ένα στους ώμους και δύο στα πλευρά του, τα οποία κρεμούσε με αλυσίδες δεξιά και αριστερά. Μετά ο ίδιος τα πυροδοτούσε και ενώ γύρω ο τόπος τρανταζόταν, ο Παναγής Κουταλιανός έμενε ατάραχος στη θέση του.

Στην τοιχογραφία μας απεικονίζεται να κουβαλά ένα κανόνι στο λαιμό και δυο δίσκους δεξιά και αριστερά στα χέρια του. Ο Κουταλιανός είναι ο πρώτος παλαιστής αθλητής που μνημονεύεται από Κύπριο ποιητάρη, τον Κυριάκο Παπαδόπουλο από τον Αρακαπά.

Σύμφωνα με τον ποιητή ο αθλητής αυτός ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο για να επιδείξει τη σωματική του ρώμη, περνώντας και από την Κύπρο. Σύμφωνα με την παράδοση που είναι γνωστή σε πολλά χωριά της Καρπασίας, ο Κουταλιανός σε μια από τις περιοδείες του ήρθε και στην Κύπρο όχι μόνο για λόγους επαγγελματικούς, αλλά και προσωπικούς. Συγκεκριμένα για να γνωρίσει τον φυσικό του πατέρα μετά από υπόδειξη της μητέρας του «Ζαχαρένιας».

Σύμφωνα με την παράδοση ο πατέρας του ήταν ο Γιωρκής «το παλληκαρούιν» από το Ριζοκάρπασο, ο οποίος αγνοούσε την ύπαρξη του γιου του. Ο Γιωρκής είχε γνωρίσει τη Ζαχαρένια στην Κούταλη, καθώς επέστρεφε από την Κωνσταντινούπολη, όπου τον είχαν φυλακίσει για ένα διάστημα οι Τούρκοι. Είχε καταφέρει να αποφυλακιστεί χάρη στη δύναμή του, αφού νίκησε τον πρωτοπαλαιστή του σουλτάνου.

Χαρακτηριστική είναι η απεικόνιση του Κουταλιανού στην παραδοσιακή τοιχογραφία του Γερίου, η οποία αν και πολύ απλοϊκή διαθέτει όλα τα στοιχεία από τα οποία χαρακτηρίζεται ο Κουταλιανός. Τυπικό χαρακτηριστικό της εμφάνισής του το μουστάκι του, δείγμα του ανδρισμού του, της ενδυμασίας του το δέρμα τίγρης, δείγμα των κατορθωμάτων του, και το κανόνι στο λαιμό, δείγμα της υπερφυσικής δύναμής του.

Πολύ γνωστό άλλωστε είναι το άσμα: «Σίδερα μασάει ο Κουταλιανός τρένα σταματάει ο Κουταλιανός πέτρες ροκανίζει ο Κουταλιανός και βουνά γκρεμίζει ο Κουταλιανός Κι αν μασάει σίδερα και κάνει το λιοντάρι στο τσαρδί του ο Κουταλιανός τρέμει σαν το ψάρι στην κυρά του μπρος αχ πώς τη φοβάται ο φτωχός Κουταλιανός τρέμει σαν το ψάρι στην κυρά του μπρος αλλά μην το πείτε κανενός....» ?Η τοιχογραφία του Κουταλιανού ανήκει στις μόνιμες συλλογές του Μουσείου Λαϊκής Τέχνης Κύπρου, το οποίο στεγάζεται στο παλαιό αρχιεπισκοπικό μέγαρο στην πλατεία Αρχιεπισκόπου Κυπριανού. Τηλ. 00357 22 432578.

Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2010

Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2010

Οι εικόνες του Στρατή

Από τη βεράντα του "Ιππόκαμπου"

Με θέα τη Λίμνη. Ένα αβαθές καταφύγιο στον κόλπο του Μούδρου, για... βάρκες και αποδημητικά πουλιά. Από δω περνούν, αναζητώντας τροφή, στις αρχές κάθε χειμώνα, φλαμίγκος, κύκνοι και αγριόπαπιες, χωρίς - ευτυχώς - να επηρεάζονται από τον γύρω πολιτισμό.

Στα ίδια αγκυροβόλια

Από τα σφουγγαράδικα, στα... σκάφη αναψυχής. Και μάλιστα με επισκέπτες από το φεστιβάλ ηλεκτρονικής μουσικής που έγινε στο Φαναράκι του Μούδρου, το 2007.

Ρε πως αλλάζουν οι καιροί...

Αγάπη

Σε μια... οικολογική συνήθεια, ο Γιάννης Μοσχοβάκης επιστρέφει στο χωριό με το πανί. Στο μώλο του καρνάγιου, τον περιμένει η σύντροφός του, Σοφία. Δύο άνθρωποι που "έδωσαν" ψυχή για το καλό και την πρόοδο των συγχωριανών τους. Ο θείος Γιάννης, ως πρόεδρος της κοινότητας Νέας Κούταλης, αφοσιώθηκε στα έργα υποδομής και έλυσε ζωτικά προβλήματα χρόνων, βελτιώνοντας σημαντικά την ποιότητα ζωής στο χωριό. Ο ίδιος οραματίστηκε και το μουσείο ναυτικής ιστορίας και σπογγαλιείας. Η θεία Σοφία, δίδαξε πολιτισμό σε μια ολόκληρη γενιά. Τους ευχαριστούμε...

...κυρίως επειδή έχουν πάντα τα πανιά τους, ανοιχτά.

Ζευγάρι

Ο κόλπος του Μούδρου, μουντός αλλά στολισμένος από δύο ουράνια τόξα που κάνουν βουτιά στη θάλασσα ανάμεσα στα Λύχνα και την Σαρπιόσκαλα.

Μοναδικό !

Λίγο πριν φέξει

Κόκκινο πρωινό στο καρνάγιο.

Η Αγία Τριάδα

Θάλασσα - "λάδι"

Η ομορφιά της Κούταλης... εις διπλούν !


Περασμένα μεγαλεία...

Το τελευταίο σφουγκαράδικο καϊκι, δεμένο στο καρνάγιο. Να θυμίζει...

Παιχνίδι με το φως

Ξημέρωσε...

Φωτογραφίες : Στρατής Λιαδέλλης

Σχόλια : Χάρης Μπόλκας

Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2009

Καρσί...


Τρίτη 17 Μαρτίου 2009

Αφιέρωμα στην τελευταία Κουταλιανή πρόσφυγα


Παρά τα 98 της χρόνια η κυρά-Μαρίκα Σοφιανού θυμόταν τα πάντα. Τη συναντήσαμε κι έμελλε να είναι η τελευταία φορά, έξω από το σπίτι της στη Νέα Κούταλη να νοσταλγεί τη χαμένη πατρίδα της και να παραπονιέται για το διπλό ξεριζωμό τους. Βλέπετε, οι Κουταλιανοί, όπως και άλλοι μικρασιάτες, διώχθηκαν δύο φορές από τα σπίτια τους μέσα σε λίγα χρόνια, από τον τουρκικό στρατό. Και σκορπίστηκαν σε όλο τον κόσμο. Η κυρα-Μαρίκα εγκατέλειψε την παλιά Κούταλη, όταν ήταν 12 χρόνων. Αλλά θυμόταν τα πάντα μέχρι τα βαθιά γεράματά της.


Η τελευταία Κουταλιανή πρόσφυγας έφυγε το Φεβρουάριο του 2009 αφήνοντας μας τις ιστορίες της... Την ιστορία μας.

Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2008

" Παναγής Κουταλιανός - Η ζωή του Νέου Ρωμιού Ηρακλή "


Το 1951, ο Φώτης Κόντογλου στη στήλη του "Κυριακάτικα θέματα" έγραψε για τον Κουταλιανό :



"Μου φαίνεται πως κανένα όνομα δεν έδεσε τους έλληνες μεταξύ τους ύστερα από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο όσο ο Κουταλιανός.Γιατί είχε μεγάλη σημασία για μια φυλή ρημαγμένη και φτωχιά, σκόρπια σε κάθε μέρος του κόσμου, βασανισμένη και πολλές φορές στερημένη και πεινασμένη, να βγάλει τον πιο χειροδύναμο άνθρωπο της οικουμένης που έβαζε κάτω όλους τους παλληκαράδες που βγήκανε από έθνη πλούσια, δυνατά και καλοπερασμένα."
Από το αρχείο της εκπομπής Μηχανή του Χρόνου. Αφιέρωμα στον Κουταλιανό. Ευχαριστούμε τον Χρίστο Βασιλόπουλο.


Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2008

Το έπος του Κουταλιανού

Αγνώστου λαϊκού ποιητή

Κουταλιανόν τον Παναή νά ξέρατ'τήν ψυχήν του

Η Κουτάλη αδέρφια μου είναι και ή Πατρίς του.

Μικρός όσάν γεννίθηκε ήταν χαριτομένος,

και μέ τριάκοντα ετών ήναι άνδρειομένος.

Στά χίλια οκτακόσια έτος όγδοήκοντα τρία.

Κουταλιανός απέδειξεν όλην του τήν aνδρείαν

Άπ' τήν Κωνσταντινόπολιν επήγε και έμπαρκαρει,

μέ νά καράβι αγγλικό και στην Αγγλία πάει.

Τήν ώραν πού σαλπάρανε οί ναυτικοί τό βίντζι

τήν κάμερα ό Παναής έπαιζε τό μπουζούκι.

Οί άγγλοι ένομίσανε πώς ό γραικός φοβήθη.

Νά μήν τον διατάξουνε ίσως και τους βοηθήσει.

Πάει ό Πλοίαρχος τού λέει εύγα γραικέ επάνω,

γιά νά βοηθήσης τα παιδιά τώρα πού θά σαλπάρουν.

Πώς νά το ιδούν τά μάτια μου πώς να βασα ή καρδιά μου

νά βλέπω δέκα άνθρωποι μέ βίντσι να σαλπάρουν.

Τ'απήντησεν ό πλοίαρχος μά μοναχός σαλπάρεις.

Του είπε και ό Κουταλιανός "τι στοίχημα μου βάνεις".

"Σού βάνω δέκα τάληρα και δωρεάν τόν ναύλο".

"Οτι νά φας και ότι νά πιής καί μ' αυτά σού τα συνδράω".

Τήν αλυσίδα έπιασεν μέ τό δεξί του χαίρι

διά μιας τήν άγκυρα άπάνου τήν έφέρνει

μ' ότι τό έσαλπάρησε άπάνου στο καράβι

Τήν έπιασε στό χαίρι του στή θέσι της τή
βάνει.

Τήν ώρα πού άράξανε και πήγαν στην Αγγλία

Στά καφενεία κάτσανε τό κάναν ομιλία.

Ή ομιλία ξάπλωσε ό λόγος διεσκορπίσθη,

Εμπρός εις τήν βασίλισσα πήγε και παρεστήθη

Βικτόρια και άν τό έμαθε περίεργον της φάνει

Εστειλαν τό περίπουλο νά πάη νά τόν συλλαβή.

Επήγε τό περίπουλο και τόν έσυλλαμβάνει,

Εμπρός εις τήν βασίλισσαν έκεϊνονε παγαίνει

Του είπε ή βασίλισσα έχω ένα μπιχλιβάνη,

νά βγούνε νάπαλαύσoυνε νά ιδούν ποιος θά προσβάλει

Και ό αράπης τό κατάλαβε πώς ήτον παλικάρη.

Νόημα τον έκανε κριφά τον κουβεντιάζει

Τού δίνει λίρες εκατό νά μήν τόν έμπροσβάλη,

Τήν ώραν ποϋ μπεχτήκανε καμώθηκε πώς κεύτει,

πέρνει λίρες εκατό και τον φιλάει τό χέρι.

Οί "Ελληνες ώς ήδανε δειλοι εντροπιασθήκαν

Κουταλιανόν τον Παναή στην κάμαρα εύρήκαν.

Κρίμα σέ σένα Παναή και στην παλικαργιά σου,

ένας αράπη σέριξεν που είναι ή ανδρεία σου.

Τους είπε ό Κουταλιανός με όλη τήν ψυχή του,

αι λίρες του με ρήξανε μά όχι ή δύναμί τον.

Σάν θέλεις λίρες Παναή ευγα νά πολέμησες,

τον Μπιχλιβάνι κύταξε κάτω νά τόν έρίξης.

Σάν βγήκαν νά παλαίψοίινε μ' αυτό τό Μπιχλιβάνι

πολύ λαός συνάχθηκε νά κάνουνε σιργιάνι.

Τήν ώραν κοδ πλεχτήκανε απλόνει

και τόν πιάνει από μπροστά τόν σήκωσε οπίσω τόν πετάει,

Ζήτω οί έλληνες φωνάξανε εκείνη τήν ήμερα

Οί άγγλοι έμπροσβληθήκανε δαγκάσανε τό. χέρια

Βασίλισα 'ήθέλησε νά ίδή τήν άνδρειάν του.

Έγώ έχω ένα θεριό και τίγρι τό νομά τον,

Γιά βγήτε νά παλαίψεχε ίσως και τό νικήσης.

Αξίωμα θά σού δοθή έδω θά κατοίκησης

Εύγήκαν νά παλαίψουν αντάμα με τόν τίγρι

πλήθος συνάχθηκαν νά κάνουνε σεήρι

Άπ' τό λαιμό τό ήχανε μέ σίδερα δεμένο"

Απάνω του έρίχτηκε ωσάν τό λισσασμένα.

Έπιασαν και τό 'βγαλαν σέ νό πλατύ μεντάνι

"Ολος ό κόσμος Έλεγε τώρα θά τόν έφάει.

Άπ' τό μαλια τό έπιασε άπάνου τό αικώνει

τά δυό τον πόδια πισινά καλά τού τά μαγκώνει.

Και άπλωσε τό χέρι τον τό στόμα τον ανοίγει

σάν τή σαρδέλα τόσχησε πέρα μεριά τό ρίχνει.

"Ολη ή Αγγλία τρόμαξε τήν τρομεράν τον άνδρείαν

λίρες του έχαρίσανε βασίλισσα βραβεία.

Και στήν Κωνσταντινούπολη ακούσανε τι κάνει

Κ' ένα βουβάλι άγριο ξαναπαλεύει πάλι

Και άπλωσε τό χέρι τον τό πιάνει άπ' τό κεφάλη,

ωσάν τραγί τό σήκωσε μέσα στην άμασκάλη.

Εύγαλε τό μαχαίρι του τό χώνει στην κηλιά τον,

όσάν τό ψαράκι σπάραξε μέσα στην αγκαλιά του.

Είς την Κωνσταντινούπολιν πήγε νά χαιρετήσει,

και τόν Σουλτάνον θέλησε νά τόν
προϋπάντηση.

Στήν Πάλι ξαναγύρισε νά εΰρη και
πενέση

Τόρ Άρμενάκη έχάλεβε τώρα νά τόν
παλαίση.

Ό Βασιλιάς τόν φόναξε καλός τόν Παναή μου

καλός το τό τζιέρι μου καλός το τό παιδί μου.

Νά βγήτε να παλαίψετε μαζί με τ' άρμενάκη,

δώρα νά σοϋ χαρίσω 'γώ σένα περβολάκη.

Εΰγήκαν νά παλαίψονε σένα πλατύ μεϊντάνι

πολύς λαός σννάχθηκεν και κάνουνε σιργιάνι,

Τήν ώρα που πλεχθήκανε άπλόνει και τόν πιάνει

στην άμασχάλη τόβανε τού σφίχνει τό κεφάλη.

Τά μάτια πεταχθήκανε εύγηκαν οι βορβοί του

τό άρμενάκη εφώναξε αϊ τώρα θά βγή ή ψυχή του

του βγήκαν και ιδιαίτεροι τοϋ Παναή μηλίση)

Αφέντη κύριε Παναή έμας νά τόν χαρίσης

Θύμωσε ό Παναής ήρθε ή άνδρειά του.

Τά χέρια τον σίδεραν γινήκανε δράκοντας ή καρδιά του

Βεζύρης τού έμήλισε τόν Άρμενάκη γιά νά ζήση

"Οτι και αν θέλης ό βασιλιάς εσένα νά χαρίση,

Τι θέλεις αφέντη Παναή έσέ νά σοΰ
χαρίσω

νά ζήσης σέ δλη του τή ζωή διά νά σ'
ευχαριστήσω

Τί θέλω ν' Αφέντη βασιλιά έμέ νά μοϋ χαρίσης

μιά λίμνη μες τοΰ Μαρμαρά γιά νά μέ ευχαρίστηση.

Αιντε παιδί μου Παναή και νάναι χάρισμα σου

Νά ζήσης μέ τό σόϊ σου και τήν οικογένεια σον.

και πάλη του έδίξανε δύο μικρά κανόνια

Στά χέρια του τά σήκωσεν σά νάτανε βελώνια

Τό ένα έβανε είς τόν ώμο τον και τάλλο στην αγκάλη

σάν δράκος έστεκώτανε και δέν παραπεύτει

Τά γιόμιζαν τά έριχθαν και δέν παραμιλούσε

Ωσάν κολόνα σίδερο δέν παραπατούσε.

Και μία λάμα σίδερο έβάσταγε στο χέρι

Ώς Ηρακλής τήν τύλιξε τήν έκανε ίτέρι

Και δύο πμάλαις αδέλφια μου πού βάζαν στό κανόνι

στά χέρια του ταις γλένταε ωσάν τά κομπολόγια

Νά ζήση ό Κουταλιανός όπου είναι Παλικάρι

που πάλεψε και νίκησε τόν πρώτο Μπιχλιβάνι.



Ευδοκία 1971. Η αγάπη έχει τη δύναμη του Κουταλιανού στην ταινία του Χρήστου Μάγκα και του Αλέξη Δαμιανού.

Οι στίχοι του τραγουδιού γράφτηκαν από τον Λευτέρη Παπαδόπουλο σε καφενείο της Νέας Κούταλης και στη θέα (όπως λέγεται) ενός μεθυσμένου Κουταλιανού που... "τις έτρωγε" από τη γυναίκα του. Η μουσική είναι του Μάνου Λοϊζου.

Σίδερα μασάει

ο Κουταλιανός

τραίνα σταματάει

ο Κουταλιανός

πέτρες ροκανίζει

ο Κουταλιανός

και βουνά γκρεμίζει

ο Κουταλιανός

Κι αν μασάει σίδερα

και κάνει το λιοντάρι

στο τσαρδί του ο Κουταλιανός

τρέμει σαν το ψάρι

στην κυρά του μπρός

αχ πως τη φοβάται

ο φτωχός Κουταλιανός

τρέμει σαν το ψάρι

στην κυρά του μπρός

αλλά μην το πήτε κανενός...